(εισαγωγικό)
Απέναντι σ’ ένα σπίτι που έμενα παλιά, χαμηλά στη σόλωνος, στο πάρτι μιας κοινής φίλης που θα έπρεπε να την έχουν όλοι φίλη, σ’ ένα μπαρ που ήταν ποτισμένο με τσιγάρα από τους τοίχους ως τα ποτήρια και από τα ρούχα ως τα δόντια και τις συλλαβές, εκεί κάπου, χωρίς να βλέπω πολύ καλά από την κούραση, είχα μια μικρή κουβέντα.
«Θα φύγω για τη Μαδαγασκάρη», μου λέει.
«Πάλι θα φύγεις, και τι θα κάνεις τώρα;» απαντάω.
Απέναντι σ’ ένα σπίτι που έμενα παλιά, χαμηλά στη σόλωνος, στο πάρτι μιας κοινής φίλης που θα έπρεπε να την έχουν όλοι φίλη, σ’ ένα μπαρ που ήταν ποτισμένο με τσιγάρα από τους τοίχους ως τα ποτήρια και από τα ρούχα ως τα δόντια και τις συλλαβές, εκεί κάπου, χωρίς να βλέπω πολύ καλά από την κούραση, είχα μια μικρή κουβέντα.
«Θα φύγω για τη Μαδαγασκάρη», μου λέει.
«Πάλι θα φύγεις, και τι θα κάνεις τώρα;» απαντάω.