Χθες περπατώντας στο Θησείο έπεσα πάνω σε αυτήν τη φωτογραφία της Κατερίνας Γώγου. Κάλυπτε το παράθυρο του ημιυπογείου ενός σακατεμένου κτιρίου σ’ ένα στενό, όπου δεν περπατούσε άλλος περαστικός, πέρα από ‘μένα.
Το βλέμμα της Γώγου μ’ έκανε να σταματήσω μπρος της. Τόσο όμορφο το πρόσωπό της, τόσο παιδικό πλαισιωμένο με το κοντό μαλλί , μα και τόσο βαρύ απ’ τη θλίψη των ματιών της. Κοιτάζω το κτίριο πίσω της. Μια ταμπέλα πάνω απ’ την είσοδό του ενημερώνει πως είναι ιδιοκτησία της Αρχαιολογικής Εταιρίας. Είναι ένα κτίριο προς δόξαν του μεγαλοπρεπούς παρελθόντος, της σπουδαίας κληρονομιάς. Μα το κτίσμα είναι καταρρακωμένο, σιδερόφραχτο. Χαρακτηρισμένο διατηρητέο.
Στρέφομαι πάλι στη Γώγου. Τη βλέπω, εκεί χαμηλά, στη βάση του κτιρίου, να κουβαλά στους ώμους της το βάρος της ιδιοκτησίας που τα κάγκελα φροντίζουν να γίνει σεβαστή, το τσακισμένο παρελθόν που το κράτος φροντίζει να χαρακτηρισθεί διατηρητέο. Κατανοώ τη θλίψη της. Τη νιώθω κι εγώ.
Το βλέμμα της Γώγου μ’ έκανε να σταματήσω μπρος της. Τόσο όμορφο το πρόσωπό της, τόσο παιδικό πλαισιωμένο με το κοντό μαλλί , μα και τόσο βαρύ απ’ τη θλίψη των ματιών της. Κοιτάζω το κτίριο πίσω της. Μια ταμπέλα πάνω απ’ την είσοδό του ενημερώνει πως είναι ιδιοκτησία της Αρχαιολογικής Εταιρίας. Είναι ένα κτίριο προς δόξαν του μεγαλοπρεπούς παρελθόντος, της σπουδαίας κληρονομιάς. Μα το κτίσμα είναι καταρρακωμένο, σιδερόφραχτο. Χαρακτηρισμένο διατηρητέο.
Στρέφομαι πάλι στη Γώγου. Τη βλέπω, εκεί χαμηλά, στη βάση του κτιρίου, να κουβαλά στους ώμους της το βάρος της ιδιοκτησίας που τα κάγκελα φροντίζουν να γίνει σεβαστή, το τσακισμένο παρελθόν που το κράτος φροντίζει να χαρακτηρισθεί διατηρητέο. Κατανοώ τη θλίψη της. Τη νιώθω κι εγώ.
Ξάφνου το βλέμμα μου πέφτει σ’ ένα ζευγάρι μωρουδιακά παπούτσια που είναι με τάξη – δεν τολμώ να πω ευλάβια – τοποθετημένα μπρος στην εικόνα της. Δεν τα είχα δει ως εκείνη τη στιγμή, όπως συχνά δε βλέπουμε το δρόμο της διαφυγής μπροστά μας, όταν το σαρωτικό συναίσθημα κάνει τα μάτια μας να δακρύζουν, να χαμηλώνουν ή να κλείνουν. Μένω άφωνη στη θέα τους. Συλλογίζομαι πως τέτοια βήματα, μωρουδιακά, θα βοηθούσαν τη Γώγου κι όποιον ταυτίζεται μαζί της ν’ απομακρυνθεί απ’ το ετοιμόρροπο κτίριο. Βήματα διψασμένα για το καινούριο, πεινασμένα για περιπέτεια, ελεύθερα από φόβο. Βήματα που συνεχίζουν ακόμη και μετά την πτώση, αφού γνωρίζουν πως αυτή είναι απλώς ένα μέρος του βαδίσματος κι όχι μια ήττα. Βήματα που σηματοδοτούν τη δύναμή μας, αφού πια θα στεκόμαστε όρθιοι.
Συντάκτης: Deva Aleema - Αναδημοσίευση από: baxalon